Αξός  Εκκλησίες  Ιστορία  Αποσπάσματα

ΑΞΟΣ

Το χωριό Αξός βρίσκεται 46 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά του Ρεθύμνου κτισμένο σε μια πλούσια κοιλάδα σε υψόμετρο 550 μέτρα, στις βόρειες υπώρειες του Ψηλορείτη (όρος Ίδη). Έχει αφθονία νερού κι ένα δημόσιο σιντριβάνι, που χρησιμοποιείται από το Μεσαίωνα ως σήμερα.
Για να βρεθεί κανείς στο χωριό Αξός πρέπει να ακολουθήσει την διαδρομή Ρέθυμνο - Πάνορμο - Πέραμα - Μουρτζανάς - Αξός - Ανώγεια.

Μπαίνοντας κανείς στο χωριό της σύγχρονης Αξού αμέσως μπορεί να διαπιστώσει ότι είναι απομεινάρι ενός σπουδαίου πολιτισμού. Οι θολωτοί τάφοι, η Ακρόπολη, ο ναός της Αφροδίτης, τα απομεινάρια των τοίχων - σημάδια των αρχαίων χρόνων - αλλά και οι βυζαντινές πετρόκτιστες εκκλησίες (άλλες με ψηφιδωτά και άλλες με τοιχογραφίες ) έχουν γίνει κατά καιρούς αντικείμενο μελέτης διαφόρων ιστορικών με αποτέλεσμα να συνθέσουν την Ιστορία της Αξού από τα αρχαία χρόνια έως σήμερα.
Η ίδρυση της πόλεως του Ετεάρχου (βασιλιάς Οάξου) τοποθετείται στην Μινωική εποχή με ιδιαίτερη ανάπτυξη στην Υστερομινωική περίοδο (13ος αι. π.Χ. - 395 π.Χ.).
Πολιτεία άρτια οργανωμένη, ευνομούμενη, με κοινωνική δράση, με οικονομική άνθιση, με έντονη ακτινοβολία και μέσα στην Κρήτη και έξω απ' αυτήν, σ' όλο τον Ελληνικό χώρο. 
Το όνομα αυτό το χρωστάει η πόλη στον ιδρυτή της Όαξο, που η παράδοση τον ήθελε γιο του Θεού Απόλλωνα και της Ακακκαλίδας, κόρης ή εγγονής του Μίνωα, κατά τον Στέφανο Βυζάντιο, τον Ξενίωνα, τον Λατίνο συγγραφέα Servium και τον Φιλισθένη, με την διαφορά ο τελευταίος αναφέρει σαν μητέρα του Όαξου τη νύμφη Αγχιάλη. Μαζί του συμφωνεί και ο Αλέξανδρος Πολυίστωρ καθώς και ο Servius που προσθέτει ότι, όπως αναφέρει ο Βάρρων εκεί εγέννησεν η νύμφη Αγχιάλη τους Ιδαίους Δακτύλους, τους πρώτους κατοίκους της Κρήτης, κτυπώντας με τα χέρια της την Οαξίδα, όταν την βρήκαν οι πόνοι του τοκετού. 
Η ύπαρξη της Αξού συνεχίζεται:

 

Την Βυζαντινή εποχή (395 π.Χ.-1204 μ.Χ.)

Την Βενετοκρατία (1204-1669 μ.Χ.)

Την Τουρκοκρατία (1669-1898 μ.Χ.) 

Ένα γεγονός που αξίζει να σημειώσουμε είναι ότι είναι η μοναδική αρχαία πόλη της Κρήτης που συνεχίζει να διατηρεί κατοίκους και πολιτισμό δίχως να υπάρξει διακοπή από τους προϊστορικούς χρόνους έως και σήμερα.
Την διαχρονικότητα της Αξού πιστοποιούν τα διάφορα ερείπια και ευρήματα που φαίνονται ακόμα καθαρά στη επιφάνεια του εδάφους, όπως η Ακρόπολη, το Ανδρείον (χώρος συνεστίασης), ο Ναός της Ακρόπολης, ο Ναός του Απόλλωνα, ο Ναός της Αφροδίτης (Αστάρτης), ο Ναός της Δήμητρας, οι Θολωτοί Τάφοι ελληνιστικής εποχής, το άγαλμα της Δήμητρας, οι 10 αναστηλωμένες από τις 46 Βυζαντινές εκκλησίες, πολλές επιγραφές, νομίσματα, αγγεία, χάλκινες περικεφαλαίες και μίτρες, προστερνίδια άριστης τέχνης και άλλα.
Τα κυριότερα από τα ευρήματα της Αξού φυλάσσονται σε μουσεία της Κρήτης αλλά και του εξωτερικού και σε ιδιωτικές συλλογές.

Η αρχαία πόλη Όαξος (σημερινή Αξός), μια από τις σημαντικότερες πόλεις της αρχαίας Κρήτης που ήκμασε από την υστερομινωική και γεωμετρική έως τη ρωμαϊκή και τα υστερότερα χρόνια, πιθανότατα χτισμένη όταν οι Δωριείς ήρθαν στην Κρήτη (γύρω στα 1.000 π.χ.).

Τα πρωιμότερα αρχαιολογικά λείψανα ανάγονται στην Πρωτομινωική περίοδο. Ωστόσο μία συνεχής κατοίκηση του χώρου είναι βεβαιωμένη από την Υστερομινωική περίοδο και εξής. Ιδιαίτερη ακμή η πόλη γνώρισε κυρίως κατά την αρχαϊκή περίοδο, αλλά και κατά τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους.

Στην αρχαϊκή περίοδο χρονολογείται μεγάλη επιγραφή που βρίσκεται στο βορειοδυτικό άκρο της ακρόπολης, λίγο χαμηλότερα από την κορυφή. Η επιγραφή, γραμμένη βουστροφηδόν, αναφέρεται σε σύμβαση μεταξύ τεχνιτών και της πόλης και είναι πιθανό να συνδέεται με δημόσιο οικοδόμημα, τα λείψανα του οποίου εντοπίζονται στη θέση αυτή.
Είχε για λιμάνι της το Μπαλί και υπήρχε ένα μεγάλο τείχος γύρω από την πόλη.
Η αρχαιολογική σκαπάνη έχει φέρει στο φως πλούσια υπολείμματα της αρχαίας πόλης ανάμεσα στα οποία ο Ναός της Αφροδίτης, το Πρυτανείο, τάφοι και ποικίλα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα. Εντυπωσιακό θα πρέπει να ήταν και το τείχος της ακρόπολης τμήματα του οποίου είναι ορατά ακόμα και σήμερα στην κορφή του λόφου.
Τις ανασκαφές ξεκίνησε στην περιοχή η Ιταλική Αρχαιολογική Σχολή το 1899
στην ανατολική πλαγιά της αρχαίας ακρόπολης, φέρνοντας στο φως τα λείψανα ιερού της Αφροδίτης και ποικίλα ευρήματα ανάμεσα στα οποία πήλινα ειδώλια, χάλκινα αναθήματα, μινωικά όστρακα, λίθινα αγγεία, επιγραφές, και πολλά ειδώλια που απεικονίζουν γυμνή γυναικεία μορφή που έχει ερμηνευθεί ως Θεά της γονιμότητος.
 

Σημαντικά ευρήματα προκύπτουν τα τελευταία χρόνια από τις σωστικές ανασκαφές που πραγματοποιεί στο χώρο η ΚΕ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων. Στις ανατολικές υπώρειες της ακρόπολης (θέση "Παναγιά"), αποκαλύφθηκε τμήμα του ελληνιστικού οικισμού της αρχαίας Αξού. Στους νοτιοδυτικούς πρόποδες της ακρόπολης, στη θέση "Τειχιό" ή "Μεγάλος Τράφος", η ανασκαφική έρευνα έφερε στο φως τμήμα της αρχαίας νεκρόπολης, με ταφές αρχαϊκών, ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων. Εντοπίστηκαν ταφές, μεμονωμένες ή αλλεπάλληλες, στο χώμα και σε κοιλότητες βράχων καθώς και συσσωρεύσεις οστών (κυρίως μακρών οστών και τμημάτων κρανίων) στο χώμα ή σε λάκκους. Επίσης, αποκαλύφθηκαν δύο τάφοι καλυβίτες κεραμοσκεπείς, ένας εγχυτρισμός τοποθετημένος σε βραχοσχισμή και ένας λάκκος - οστεοφυλάκιο. Σε απόσταση 700 μ. περίπου από την αρχαία ακρόπολη, στις βόρειες υπώρειες του υψώματος Χαλαπά (θέση "Ελληνόσπιτα" ή "Ληνόσπιτα"), διατηρούνται ορατοί σε συστάδες καμαροσκέπαστοι τάφοι ρωμαϊκών χρόνων. Οι τάφοι είναι εν μέρει λαξευτοί στο βράχο, με κτισμένη ανωδομή.

Στη θέση Λιβάδα, ΒΑ του χωριού έχουν έρθει στο φως υπολείμματα αρχαϊκής εγκατάστασης γεγονός που υποδηλώνει την έκταση της αρχαίας Αξού. Η σπουδαιότητα της πόλης της Αξού επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι διέθετε νόμισμα και μάλιστα με ποικίλους τύπους. Έχουν αναγνωριστεί περί τα 40 είδη νομισμάτων τα περισσότερα από τα οποία στον εμπροσθότυπο φέρουν κεφάλη Απόλλωνα ή Δία, των Θεών δηλαδή που λατρευόταν στην αρχαία Όαξο.


Η ΚΕ΄ Εφορεία στην προσπάθεια της για ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου της αρχαίας Αξού, διαμόρφωσε αρχαιολογικό περίπατο, σε δύο περιοχές της αρχαίας πόλης: την αρχαία ακρόπολη, η οποία βρίσκεται στο λόφο που υψώνεται νότια του σύγχρονου οικισμού και αποτελεί διαχρονικά τον πυρήνα της αρχαίας πόλης και τη θέση "Ελληνόσπιτα", σε απόσταση 500 μ. περίπου από το κέντρο του σύγχρονου οικισμού, όπου είναι ορατά τα λείψανα του νεκροταφείου της αρχαίας πόλης.

Εντοπίστηκαν επίσης υπολείμματα κτιρίων της κλασικής εποχής πάνω στα οποία οικοδομήθηκαν υστερότερα κτίρια, κυρίως βυζαντινές εκκλησίες. Η πόλη συνέχισε να ακμάζει τόσο στη ρωμαϊκή όσο και στη βυζαντινή εποχή κατά την οποία μάλιστα ήταν έδρα επισκοπής και διέθετε πληθώρα εκκλησιών.

 

Υπήρχαν συνολικά 46 εκκλησίες στην περιοχή και από αυτές σώζονται ως σήμερα:


Αρχική Σελίδα